crawl

Somewhere over the rainbow...

koumpia

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2016

Μικρό καλοκαίρι, κρυφή πυρκαγιά…


Το καλοκαίρι έρχεται πάντα σαν εκείνα τα προδομένα από γονείς, αλητάκια, που σου επιτίθενται για να καθαρίσουν το παρμπρίζ του αυτοκινήτου σου. Στην θήκη δίπλα στο κιβώτιο ταχυτήτων έχεις σίγουρα κάπου πενήντα λεπτά (για ώρα ανάγκης) και το παρμπρίζ είναι πιο βρώμικο και από παραλία μετά από επιδρομή εκατοντάδων παραθεριστών, όμως εσύ αρνείσαι οργισμένα αυτό το καθάρισμα. Το διώχνεις το «αλητάκι» αν και γνωρίζεις πως το παρμπρίζ εκλιπαρεί για καθάρισμα…

Η πεποίθηση είναι πάντα η ίδια: Ξορκίζοντας το κακό, προσποιούμαστε πως δεν ήρθε ποτέ. Αν διώξω το αλητάκι, προσποιούμαι πως το παρμπρίζ δεν έχει πρόβλημα, αν κάνω το στραβά μάτια στον καταθλιπτικό ερχομό του καλοκαιριού, μπορώ να προσποιηθώ πως δεν ήρθε ποτέ. Πως θα περάσει χωρίς να με αγγίξει. Η Γη γυρίζει ασταμάτητα και εμείς ακόμα ζητάμε να σταματήσει για να κατέβουμε.

Το καλοκαίρι είναι γεμάτο ψευδαισθήσεις. Η ασχήμια του και η θαμπάδα της ύπαρξης του, κρύβονται πίσω από παραπετάσματα επιθυμιών, από γεωμετρικές καμπύλες ασφυκτικά στριμωγμένες σε ελάχιστα εκατοστά υφάσματος και 50 διαφορετικών αποχρώσεων του σοκολατί. Οι υψηλές του θερμοκρασίες ανεβαίνουν ακόμα περισσότερο με το διάβα προκλητικών σιλουετών  και την ειρωνική διάθεση για ουτοπικές υποσχέσεις. Είναι η μόνη εποχή που οι άνθρωποι δεν κοιτάζονται σχεδόν ποτέ στο πρόσωπο! Η μεγαλύτερη του όμως πλάνη, είναι η διαρκής αναζήτηση μας για λίγη δροσιά. Χιλιάδες λουόμενοι, ο ένας πάνω στον άλλο, ξεχύνονται στις (ο θεός να τις κάνει) παραλίες, της πόλης, αναζητώντας, όπως υποστηρίζουν, λίγες στιγμές δροσιάς. Δεν υπάρχει δροσιά στις παραλίες της πόλης! Υπάρχει μπόχα, λασπουριά, θόρυβος και ζέστη. Αφόρητη ζέστη. Ιδρώνεις, βουτάς σε ένα νερό που θυμίζει πηλό έτοιμο να πλαστεί σε τουριστικό αγγείο, βγαίνεις και ιδρώνεις ξανά. Δεν υπάρχει δροσιά στην παραλία. Είναι μονάχα η ψευδαίσθηση της φυγής, η εντύπωση πως έστω και νοητά, έχεις για λίγο δραπετεύσει.

Είναι η εποχή των κρυφών πυρκαγιών που όλο τον χρόνο σιγοκαίνε και το καλοκαίρι αναζωπυρώνονται. Ανομολόγητοι πόθοι, εκβιαστικές επιθυμίες, ανάγκη για φυγή, το αβάσταχτο πλήρωμα του χρόνου. Το καλοκαίρι είναι που πραγματικά γερνάμε. Αυτοί οι 3 περίπου μήνες γίνονται κάθε χρόνο πιο δύσβατοι και η πίεση να εκπληρώσουμε πράγματα που βασανίζουν τις σκέψεις μας, γίνεται ακόμα πιο επιτακτική. Είναι η απόδειξη της θνητότητας, της ζωής που φεύγει ανεπιστρεπτί. Είναι και η εποχή των Πλειάδων. Η ανατολή τους αναγγέλει τον ερχομό του καλοκαιριού, παρόλα αυτά, ο Ωρίωνας εξακολουθεί να τις καταδιώκει. Χιλιετίες τώρα, ο ερωτοχτυπημένος γίγαντας, περιμένει αυτή την εποχή για να επιχειρήσει ακόμη μία φορά να τις απαγάγει. Μάταια όμως, όπως μάταιο φαντάζει πλέον το καλοκαίρι…

Τα τελευταία χρόνια το καλοκαίρι δεν χαρακτηρίζεται από πόλεις που αδειάζουν, από νωχελικούς ρεμβασμούς μπροστά σε ανεμιστήρες που δουλεύουν υπερωρίες και από το υπνωτιστικό άρωμα που εξαπολύει το «φιδάκι» για να διώξει τα κουνούπια. Δεν χαρακτηρίζεται από νησιά που θυμίζουν εγκαίνια καταστήματος και από γλυκές βραδιές με παγωμένη μπύρα. Χαρακτηρίζεται από κενά τηλεοπτικά προγράμματα αφόρητων επαναλήψεων και τηλε-σκουπιδο-παιχνιδιών όπου πυροβολημένοι και υποτιθέμενοι τηλεθεατές/παίχτες, πασχίζουν να ανακαλύψουν ποια γράμματα περιέχει η λέξη που κάλλιστα θα μπορούσε να μπει ως πρόβλημα σε παιδιά νηπιαγωγείου! Ακόμα και η τηλεόραση χλευάζει όσους αναγκαστικά παραμένουν στις πόλεις. Χαρακτηρίζεται επίσης από μαριονέτες με IQ ραδικιού, που λικνίζονται μπροστά στις κάμερες κωλόφαρδων τηλεοπτικών συνεργείων, επιδεικνύοντας σμιλευμένους κοιλιακούς και ολοστρόγγυλα οπίσθια που αψηφούν τους νόμους της βαρύτητας και ουρλιάζουν τύφλα από το μεθύσι, «Μύκονος»! Κυρίως όμως χαρακτηρίζεται από αυτούς που όσες κυβερνήσεις κι αν άλλαξαν τα τελευταία χρόνια, όσες υποσχέσεις κι αν άκουσαν, όσες δεσμεύσεις κι αν «κατάπιαν», είναι αυτοί που ακόμα μένουν εδώ, αυτοί που ακόμα δεν πάνε διακοπές, αυτοί που ακόμα δε μπορούν ούτε την ψευδαίσθηση της αστικής παραλίας να γευτούν. Το Καλοκαίρι χαρακτηρίζεται από αυτούς που νιώθουν το ασήκωτο βάρος του.

Το «αλητάκι» έτρεξε μόλις το φανάρι άναψε κόκκινο. Πλησίασε το παρμπρίζ, υψώνοντας το όπλο του, ένα ταλαιπωρημένο λάστιχο καθαρισμού τζαμιών, και κοίταξε προσεχτικά μέσα από το παράθυρο. Είδε τον οδηγό, αναγνώρισε το βλέμμα του, διάβασε τις σκέψεις μέσα στα μάτια του. Χαμογέλασε. Αγνοώντας τις οργισμένες ενστάσεις του οδηγού να σταματήσει, πήρε το όπλο του και καθάρισε βιαστικά το παρπρίζ. Έπειτα, χαμογέλασε ξανά και απομακρύνθηκε ήσυχα χωρίς να ζητήσει χρήματα…



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Πες την γνώμη σου....

Όλα Τα Γίδια Είναι Ίδια - olatagidia.blogspot.com